ΕΡΕΥΝΑ THESSNEWS: Το χειρότερο πρώτο τρίμηνο της δεκαετίας για την αγορά της Θεσσαλονίκης – Πτώση παντού στην κατανάλωση

Ειδήσεις Θεσσαλονίκη Τοπική Επικαιρότητα

ΔΗΜΗΤΡΗΣ ΔΙΑΜΑΝΤΙΔΗΣ || ddiamantidis@gmail.com

Μεγάλη έρευνα της Thessnews για την αγορά της Θεσσαλονίκης. Υπό κατάρρευση η κατανάλωση, το χειρότερο πρώτο τρίμηνο της δεκαετίας λένε οι επαγγελματίες. Πτώση παντού! – 10% στο σούπερ μάρκετ, – 10% στο ψωμί, – 25% στα αρτοσκευάσματα, – 70% στα συνεργεία αυτοκινήτων, – 30% στα κομμωτήρια, – 50% στους υδραυλικούς, -20% στην εστίαση

Ένα από τα χειρότερα πρώτα τρίμηνα των τελευταίων ετών βίωσε η λιανεμπορική αγορά της Θεσσαλονίκης κατά τη διάρκεια των μηνών Ιανουαρίου, Φεβρουαρίου και Μαρτίου του 2018, καθώς η καταναλωτική δαπάνη συμπιέστηκε ακόμη περισσότερο, με αποτέλεσμα και την περαιτέρω όξυνση του ανταγωνισμού.

Το πλεόνασμα του 2017 μπορεί να ήταν τεράστιο, αλλά το ίδιο τεράστια είναι και η επίδρασή του στις «τσέπες» των καταναλωτών που αδυνατούν σε αρκετές των περιπτώσεων να καλύψουν την αγορά βασικών αγαθών ή αναγκάζονται να ψωνίσουν λιγότερο είτε ποσοτικά είτε και ποιοτικά.

Μόλις την πρώτη εβδομάδα του Απριλίου, δηλαδή λίγες ημέρες πριν το Πάσχα, η αγορά έδειξε κάποια σημάδια ανάκαμψης προφανώς ενόψει των εορτών.

Το γεγονός ότι το 2018 θα ήταν μία χρονιά ενδεχομένως χειρότερη από το 2017 φαινόταν ήδη από τους τελευταίους μήνες του προηγούμενου έτους.

Η Θεσσαλονίκη συγκεντρώνει πλέον όλες τις μεγάλες πανελλαδικές λιανεμπορικές αλυσίδες, αλλά και ορισμένες μικρότερες τοπικές, ενώ την «τράπουλα» ανακάτεψε για τα καλά η επαναδραστηριοποίηση της Σκλαβενίτης.

Η τελευταία «μάχεται» για να επανακτήσει τα μερίδια της πρώην Μαρινόπουλος στη Θεσσαλονίκη, έχοντας ήδη ανοίξει πολλά καταστήματα μέσα σε γειτονιές και προσπαθώντας να εδραιωθεί στη συνείδηση των καταναλωτών, οι οποίοι προτιμούσαν τον Μαρινόπουλο, αλλά εδώ και καιρό έχουν γίνει πελάτες άλλων αλυσίδων.

Βέβαια οι υπόλοιποι «παίκτες» της αγοράς δεν κάθονται με «σταυρωμένα τα χέρια» και έχουν καταστήσει το έργο της Σκλαβενίτης ιδιαίτερα δύσκολο, τη στιγμή που ούτως ή αλλιώς το «πορτοφόλι» του καταναλωτή γίνεται όλο και πιο λεπτό.

 

«Κακομαθημένοι» οι καταναλωτές

Οι προσπάθειες όλων των λιανεμπορικών δικτύων έχουν εστιαστεί στην υλοποίηση των πιο «φανταχτερών» προσφορών, οι οποίες θα προσελκύσουν τους καταναλωτές, που όπως ήταν αναμενόμενο, έχουν «κακομάθει» και ψωνίζουν βασικά καταναλωτικά είδη μόνο όταν αυτά βρίσκονται σε προσφορές.

Η πραγματοποίηση των προσφορών «ματώνει» τις αλυσίδες, καθώς σε μεγάλο βαθμό τις χρηματοδοτούν.

Πλέον, το 91% των καταναλωτών εξοικονομεί χρήματα μέσω προσφορών, κουπονιών ή δωροεπιταγών, που προσφέρουν οι αλυσίδες σούπερ-μάρκετ και οι προμηθευτές των προϊόντων, σύμφωνα με έρευνα του Ινστιτούτου Έρευνας Λιανεμπορίου Καταναλωτικών Αγαθών.

Μάλιστα, 7 στους 10 καταναλωτές εξοικονομούν τουλάχιστον 5% επί της αξίας των αγορών τους και 1 στους 4 τουλάχιστον 20%.

Πρακτικά, η μηνιαία συνολική αξία αυτών των προσφορών κάθε είδους αντιστοιχεί κατά μέσο όρο σε όφελος πάνω από 300 ευρώ ετησίως για τον κάθε καταναλωτή.

Το όφελος αυτό είναι πολύ σημαντικότερο από το αντίστοιχο όφελος του 2010 εξαιτίας τόσο της μείωσης της δαπάνης των νοικοκυριών σε είδη παντοπωλείου, όσο και της αύξησης του ποσοστού των πωλήσεων που πραγματοποιείται μέσω προσφορών, αλλά και της ανόδου της μέσης έκπτωσης ανά προσφορά.

 

Επενδύσεις αλλιώς χανόμαστε

Την ίδια στιγμή σχεδόν όλες οι αλυσίδες σούπερ-μάρκετ υλοποιούν ή προγραμματίζουν νέες επενδύσεις για το 2018, καθώς έχει γίνει σαφές πως η αύξηση του τζίρου σε αυτήν τη χρονική φάση μπορεί να προέλθει σε μεγάλο βαθμό μόνο μέσα από τη μεγέθυνση του δικτύου.

Σε κάθε περίπτωση, η αγορά αναμένει ανακατατάξεις με εξαγορές, συγχωνεύσεις ή δυστυχώς ακόμη και λουκέτα αλυσίδων σούπερ-μάρκετ, καθώς δεν φαίνεται να μπορούν όλοι οι «παίκτες» να επιβιώσουν και μοιραία κάποιοι από αυτούς ή θα κλείσουν ή θα απορροφηθούν.

 

Η Θεσσαλονίκη προπομπός για τις ανακατατάξεις στο λιανεμπόριο

Η κατάσταση στην αγορά της Θεσσαλονίκης είναι δύσκολη για όλους, μικρούς και μεγάλους.

Η αλυσίδα της Σκλαβενίτης έπειτα από την επαναλειτουργία των καταστημάτων της πρώην Μαρινόπουλος αποσπά κάποιο μερίδιο, το οποίο το χάνουν οι υπόλοιποι.

Την ίδια στιγμή, η αγοραστική δύναμη έχει υποχωρήσει πολύ και ο περιορισμός της είναι εμφανής στο ταμείο του σούπερ-μάρκετ.

Το φαινόμενο που παρατηρείται είναι πως ενώ στις ποσότητες και στον όγκο κάποιων πωλούμενων προϊόντων καταγράφεται ακόμη και άνοδος, σε σχέση με πέρσι, εντούτοις επειδή οι τιμές έχουν υποχωρήσει και οι προσφορές είναι πάρα πολλές, ο τζίρος τελικά είναι μειωμένος και όλος αυτός ο αγώνας των αλυσίδων γίνεται για να κερδηθεί κάποιο μικρό μερίδιο αγοράς ή για να συγκρατηθεί το υφιστάμενο.

Η συρρίκνωση δε της καταναλωτικής δαπάνης παρατηρείται ακόμη και στα τρόφιμα και στα είδη πρώτης ανάγκης.

Στο πλαίσιο αυτό εκτιμάται ότι το μεγάλο «ξεκαθάρισμα» στον κλάδο θα συμβεί πρώτα από τη Θεσσαλονίκη και με μία χρονική καθυστέρηση θα μεταφερθεί στη συνέχεια και στην Αθήνα.

Η Θεσσαλονίκη ούτως ή αλλιώς έχει ένα από τα πιο ισχνά καταναλωτικά καλάθια στην Ελλάδα, είναι μία μικρή αγορά και συγκεντρώνει όλες τις αλυσίδες του λιανεμπορίου.

Έτσι, όλες οι παρενέργειες τόσο της μειωμένης καταναλωτικής δαπάνης, όσο και της δραστηριοποίησης του Σκλαβενίτη, αναμένεται ότι θα φανούν πρώτα στη συμπρωτεύουσα, καθώς στην Αθήνα η Σκλαβενίτης είναι εξ ορισμού πολύ πιο γνωστή και ισχυρή.

 

Τα γαλακτοκομικά καταρρέουν

Ενδεικτικό γεγονός της κατάστασης της αγοράς είναι η καθοδική πορεία της κατανάλωσης γαλακτοκομικών προϊόντων.

Στο πρώτο τρίμηνο του έτους, υποχώρησε κατά 8% σε σχέση με το αντίστοιχο διάστημα έναν χρόνο πριν. Ακόμη μεγαλύτερη ήταν η πτώση στην κατανάλωση γάλακτος, η οποία άγγιξε το 10%.

Σύμφωνα με στοιχεία της εταιρείας ερευνών Nielsen, ο όγκος πωλήσεων της φέτας για την περίοδο 2015-2017 έχει μειωθεί κατά 7%, ενώ η πτώση βαίνει αυξανόμενη, καθώς στο πρώτο δίμηνο του 2018 έφτασε το 13%, προκαλώντας έντονο προβληματισμό σε όλο το κύκλωμα παραγωγής και μεταποίησης.

Την έλλειψη ρευστότητας στην αγορά έρχεται να επιβεβαιώσει η ίδια η Eurostat, που ανακοίνωσε ιδιαίτερα ανησυχητικά στοιχεία για την οικονομική κατάσταση στη χώρα μας, καθώς το 21,1% των Ελλήνων στερήθηκαν το 2017 βασικά υλικά αγαθά, με την Ελλάδα να έρχεται δεύτερη από το τέλος στη σχετική λίστα, πάνω μόνο από τη γειτονική Βουλγαρία.

 

Υποχώρηση τζίρου

Το πρώτο δίμηνο του 2018 έκλεισε με μείωση κατά 0,2% για τον τζίρο των σούπερ μάρκετ, σύμφωνα με στοιχεία της εταιρείας ερευνών αγοράς IRI.

Καθοριστικός για τη διατήρηση του τζίρου των σούπερ μάρκετ σε χαμηλά επίπεδα παραμένει ο ρόλος των εκτεταμένων προσφορών, καθώς τα στοιχεία δείχνουν αύξηση του όγκου πωλήσεων κατά 0,8% το δίμηνο Ιανουαρίου – Φεβρουαρίου 2018 σε σύγκριση με το αντίστοιχο περυσινό διάστημα. Δεν είναι τυχαίο, άλλωστε, ότι ακριβώς λόγω των μεγάλων σε έκπτωση και διάρκεια προσφορών το μερίδιο των προϊόντων ιδιωτικής ετικέτας παρέμεινε κοντά στα περσινά επίπεδα, δηλαδή στο 16,5%, καταγράφοντας μάλιστα μείωση 4,3% της αξίας πωλήσεων.

Η επίδραση των προωθητικών ενεργειών στην καθίζηση των εσόδων του οργανωμένου λιανεμπορίου τροφίμων είναι ακόμη πιο εμφανής στα στοιχεία για την εξέλιξη των πωλήσεων στις τρεις μεγάλες κατηγορίες προϊόντων.

Στα είδη προσωπικής φροντίδας και ομορφιάς καταγράφεται μείωση της αξίας πωλήσεων κατά 1,7% το πρώτο δίμηνο του τρέχοντος έτους σε σύγκριση με το αντίστοιχο δίμηνο του 2017, ενώ την ίδια ώρα ο όγκος πωλήσεων εμφανίζει αύξηση 0,4%.

Στην κατηγορία προϊόντων σπιτιού (απορρυπαντικά, καθαριστικά κ.λπ.) καταγράφεται μείωση της αξίας πωλήσεων κατά 0,7%, ενώ ο όγκος πωλήσεων εμφανίζει αύξηση 0,8%. Στην κατηγορία των τροφίμων καταγράφεται αύξηση της αξίας πωλήσεων κατά 0,1%, αλλά μείωση του όγκου πωλήσεων κατά 0,3%.

 

Απαισιοδοξία για το 2018

Την ίδια στιγμή και όπως προκύπτει από την τελευταία επικαιροποιημένη έρευνα που πραγματοποίησε το Εργαστήριο Μάρκετινγκ του Οικονομικού Πανεπιστημίου Αθηνών, οι καταναλωτές στην καλύτερη περίπτωση θα διατηρήσουν φέτος στο ίδιο επίπεδο με πέρσι την αξία του μηνιαίου καλαθιού του σούπερ-μάρκετ.

Η συντριπτική πλειονότητα των καταναλωτών και συγκεκριμένα το 68,7% ξοδεύει έως 50 ευρώ σε μια τυπική επίσκεψη στο σούπερ μάρκετ.

Η συχνότητα επισκέψεων στο σούπερ μάρκετ είναι μικρότερη σε σύγκριση με τα προηγούμενα χρόνια, καθώς το 65% των ερωτηθέντων δηλώνει ότι επισκέπτεται τις αλυσίδες έξι φορές μηνιαίως. Το 2017 η συχνότητα επισκέψεων ήταν 6,8 φορές μηνιαίως και το 2016 8,5 φορές μηνιαίως.

Οι «αυθόρμητες αγορές» ανήκουν στο παρελθόν, στην προ κρίσης εποχή, καθώς το 94,5% (έναντι 91,2% στην περσινή έρευνα) των ερωτηθέντων δηλώνουν ότι έχουν προαποφασίσει τι είδη θα αγοράσουν πριν πάνε στο σούπερ μάρκετ.

Πέραν των παραπάνω, η μακροχρόνια πλέον κρίση έχει αλλάξει δραστικά και μόνιμα τις καταναλωτικές συνήθειες. Το 54% δηλώνει ότι περιορίζεται στις απολύτως απαραίτητες αγορές, το 69% συγκρίνει τιμές σε προϊόντα και καταστήματα και το 41% αγοράζει φθηνότερα είδη.

Δυστυχώς οι προσδοκίες των καταναλωτών για το 2018 είναι απαισιόδοξες και εξηγούν σε σημαντικό βαθμό τόσο την καθίζηση των πωλήσεων στα σούπερ μάρκετ το πρώτο δίμηνο του 2018, όσο και την ανησυχία λιανεμπόρων και προμηθευτών.

Έτσι, το 32% των ερωτηθέντων πιστεύει ότι οι αγορές του θα είναι λιγότερες στο 2018, το 62% πιστεύει ότι θα είναι αμετάβλητες και μόλις το 6% εκτιμά ότι θα είναι περισσότερες.

 

Το πρώτο τρίμηνο του 2018 το χειρότερο της τελευταίας 10ετίας- Αναδουλειά, αναιμική κατανάλωση και πολύ περιορισμένη ρευστότητα τα χαρακτηριστικά της αγοράς της Θεσσαλονίκης

Το χειρότερο τρίμηνο της τελευταίας δεκαετίας. Δεν θυμάμαι κάτι ανάλογο τα τελευταία 20 χρόνια. Δεν πατάει ψυχή μέσα στα μαγαζιά. Περιόρισαν ακόμη και το ψωμί. Η ρευστότητα στην αγορά είναι εξαφανισμένη.

Αυτές είναι ορισμένες από τις πιο χαρακτηριστικές ατάκες εκπροσώπων πολλών κλάδων της αγοράς της Θεσσαλονίκης, οι οποίοι το πρώτο τρίμηνο του 2018, σε σχέση με το αντίστοιχο χρονικό διάστημα του 2017, κατέγραψαν το «Βατερλό» της τοπικής οικονομίας και τον περαιτέρω περιορισμό της αναιμικής καταναλωτικής δύναμης.

Ίσως το πιο ενδεικτικό στοιχείο της κατάστασης της λιανεμπορικής αγοράς της Θεσσαλονίκης, κατά το πρώτο τρίμηνο του έτους, είναι ότι, σύμφωνα με διασταυρωμένες πληροφορίες, ο τζίρος των μεγαλύτερων αλυσίδων σούπερ-μάρκετ υποχώρησε τουλάχιστον κατά 10% σε σχέση με πέρυσι.

Τέτοιο ποσοστό συρρίκνωσης δεν έχει καταγραφεί στη συμπρωτεύουσα για χρονικό διάστημα πολύ παραπάνω της δεκαετίας, ενώ ούτε και ο κάπως βελτιωμένος Απρίλιος αλλάζει δραματικά προς το θετικότερο την κατάσταση.

Η Θεσσαλονίκη, ούτως ή αλλιώς, έχει ένα από τα πιο περιορισμένα μέσα μηνιαία καταναλωτικά καλάθια στην Ελλάδα, το οποίο πέρυσι (σύμφωνα με στοιχεία της εταιρείας ερευνών IRI) ήταν μόλις 270 ευρώ και φέτος ίσως να αυξηθεί οριακά ή να παραμείνει σταθερό.

Από «ναυάγιο» έως κατακρήμνιση αποτυπώνεται στους επιμέρους κλάδους της αγοράς, βάσει των στοιχείων που κατέγραψε η έρευνα της ThessΝews στα αρτοποιεία, στα συνεργεία αυτοκινήτων, στα κομμωτήρια, στα εστιατόρια και στα μαγαζιά των υδραυλικών.

 

«Βουτιά» 15-20% στην εστίαση

«Η εστίαση παρουσίασε μείωση τζίρου τουλάχιστον κατά 15-20%, το πρώτο τρίμηνο, σε σχέση με πέρυσι. Τα ποσοστά αυτά αφορούν σε εστιατόρια που βρίσκονται στο κέντρο της πόλης. Περιφερειακά η πτώση μπορεί να είναι και πολύ μεγαλύτερη», σημειώνει ο κ. Σάκης Κατρανίτσας της «Ζύθος Ανώνυμη Εταιρεία Εστίασης», η οποία διατηρεί δύο εστιατόρια σε προνομιακά σημεία του κέντρου της Θεσσαλονίκης.

«Όσον αφορά στο μέσο ύψος των λογαριασμών που πραγματοποιούν όσοι πελάτες έρχονται σε ένα εστιατόριο, αυτοί παραμένουν μόνιμα χαμηλοί. Παλαιότερα κάθονταν και παρήγγελναν τον μισό κατάλογο και τα μισά εδέσματα τα άφηναν. Τώρα είναι πολύ μετρημένη και υπολογισμένη η παραγγελία» υπογραμμίζει ο ίδιος και προσθέτει πως «την ίδια στιγμή τρέχουν και όλες οι υποχρεώσεις των επιχειρήσεών μας απέναντι σε εφορία, ασφαλιστικά ταμεία, καθώς και άλλες αφανείς ή φανερές επιβαρύνσεις».

Ο κ. Κατρανίτσας επισημαίνει πως στην αγορά της Θεσσαλονίκης παρουσιάστηκε και το παράδοξο φαινόμενο να κλείνουν καταστήματα εστίασης στο κέντρο της πόλης τον μήνα Μάρτιο, που υποτίθεται ότι εφόσον παραμείνουν ανοιχτά μέχρι τότε, αρχίζει στη συνέχεια να δημιουργείται η ελπίδα καλύτερου τζίρου την άνοιξη και το καλοκαίρι. Ωστόσο πλέον απ΄ό,τι φαίνεται τα σημεία εστίασης μπορούν να κλείνουν ανά πάσα στιγμή.

 

30% κάτω τα κομμωτήρια

«Ο τζίρος των κομμωτηρίων στο πρώτο τρίμηνο συρρικνώθηκε περίπου κατά 30%. Σήμερα υπάρχουν 1.700 κομμωτήρια στη Θεσσαλονίκη και δυστυχώς αρκετά έχουν κλείσει και υφίστανται επαγγελματίες που πέρασαν στην παραοικονομία και προσφέρουν τις υπηρεσίες τους στο σπίτι χωρίς κανένα παραστατικό» υπογραμμίζει ο κ. Παύλος Κολοβός, πρόεδρος της Ένωσης Καταστηματαρχών Κουρέων και Κομμωτών Θεσσαλονίκης & Περιχώρων.

«Το κούρεμα ή το χτένισμα έφτασε να αποτελεί σήμερα μία πολυτέλεια, όταν υπάρχουν ελλείψεις σε βασικότερα αγαθά. Το πρώτο τρίμηνο του 2018 κάποιες ημέρες η κίνηση σε αρκετά κομμωτήρια της Θεσσαλονίκης ήταν σχεδόν μηδενική. Το μέσο τιμολόγιο ενός ανδρικού ή γυναικείου κουρέματος-χτενίσματος κυμαίνεται μεταξύ 10-15 ευρώ, καθώς εάν χρεώσεις για οποιονδήποτε λόγο περισσότερα, χάνεις τον πελάτη» τονίζει ο ίδιος.

 

Πάνω από 50% η συρρίκνωση του τζίρου των υδραυλικών

«Χρονιά όπως του 2017 δύσκολα θα επαναληφθεί, καθώς πέρυσι, το πρώτο τρίμηνο του έτους, προέκυψε επιπλέον τζίρος εξαιτίας των ζημιών από τον ισχυρό παγετό. Σε κάθε περίπτωση όμως, ο φετινός μέσος όρος του τζίρου των υδραυλικών είναι συρρικνωμένος και έναντι του πρώτου τριμήνου του 2016. Σε σχέση με πέρυσι η μείωση είναι της τάξης του 50-60% και σε σύγκριση με πρόπερσι περίπου 15-20%» δηλώνει ο κ. Δημήτρης Βαργιάμης, πρόεδρος της Ομοσπονδίας Βιοτεχνών Υδραυλικών Ελλάδος.

«Στη Θεσσαλονίκη η αναδουλειά τους πρώτους τρεις μήνες του 2018 ήταν άνευ προηγουμένου. Μόνο όσοι υδραυλικοί δραστηριοποιούνται και σε γειτονικές περιοχές, οι οποίες αναμένουν τη θερινή τουριστική περίοδο, δούλεψαν κάπως καλύτερα. Ο κόσμος αναβάλλει τις όποιες εργασίες έχει να κάνει στο σπίτι και έχουν σχέση με τα υδραυλικά, εάν δεν συνιστούν απόλυτη ανάγκη. Να σημειώσουμε δε και το φαινόμενο της εκτεταμένης παραοικονομίας στον κλάδο, όπου η παροχή υπηρεσιών χωρίς παραστατικό είναι ένα μαζικό φαινόμενο», σημειώνει ο κ. Βαργιάμης.

 

Υποχώρηση 70% στα έσοδα των συνεργείων αυτοκινήτων

Αποκαλυπτικός για τον μέσο τζίρο των συνεργείων αυτοκινήτων στο πρώτο τρίμηνο του 2018, έναντι του περσινού αντίστοιχου χρονικού διαστήματος, είναι ο κ. Τάσος Λυκάρτσης, Πρόεδρος της Ομοσπονδίας Βιοτεχνών Επισκευαστών Αυτοκινήτων Μηχανημάτων και Μοτοποδηλάτων Ελλάδος.

«Ο τζίρος των συνεργείων στη Θεσσαλονίκη μειώθηκε κατά 70%. Το ποσοστό είναι τεράστιο και υπήρξαν αρκετές ημέρες στις αρχές του 2018 που δεν πατούσε ψυχή στα μαγαζιά μας. Το ίδιο φαινόμενο παρατηρήθηκε ακόμη και σε συνεργεία επίσημων αντιπροσωπειών ΙΧ» τονίζει ο κ. Λυκάρτσης και προσθέτει πως «είναι πολύ χαμηλό πλέον και το μέσο κόστος ενός service, καθώς ο πελάτης ζητά να γίνουν στο αυτοκίνητό του τα πολύ βασικά, δηλαδή αλλαγή λαδιών και φίλτρων. Όλες οι υπόλοιπες εργασίες, ακόμη και εάν σε κάποιες περιπτώσεις διαπιστώνεται πρόβλημα στο αυτοκίνητο, παραπέμπονται στις καλένδες ή για όσο αντέξει το συγκεκριμένο σύστημα ή εξάρτημα του ΙΧ».

«Έχουν περάσει οι εποχές που οι ιδιοκτήτες των αυτοκινήτων άλλαζαν ακόμη και προληπτικά κάποια σημεία των ΙΧ τους. Τώρα στα ΚΤΕΟ τους επισημαίνουν πιθανές βλάβες που θα προκύψουν, εάν δεν γίνουν συγκεκριμένες επισκευές, αλλά δεν υλοποιούν τίποτε» καταλήγει ο ίδιος.

 

10% μείωση στις πωλήσεις ψωμιού

«Σε σχέση με το περσινό πρώτο τρίμηνο οι πωλήσεις του ψωμιού έπεσαν κατά 10% φέτος και των αρτοσκευασμάτων (κέικ, κουλουράκια κ.ά.) κατά 25%. Υπάρχει οικονομική δυσπραγία, πολλά σημεία πώλησης ψωμιού υπάρχουν σχεδόν παντού και η κατανάλωσή του φθίνει και εξαιτίας αλλαγών στις διατροφικές συνήθειες. Υφίσταται και το συνεχιζόμενο φαινόμενο της εισαγωγής ψωμιού ανεξέλεγκτα από διπλανές χώρες» επισημαίνει σχετικά η κα. Ελισάβετ Κουκουμέρια, Πρόεδρος του Σωματείου Αρτοποιών Θεσσαλονίκης.

«Το φετινό πρώτο τρίμηνο ήταν από τα χειρότερα των τελευταίων δεκαετιών. Ο καταναλωτής δεν πηγαίνει πλέον κάθε ημέρα στον φούρνο της γειτονιάς του, γιατί δεν πετάει ψωμί. Το καταναλώνει και σε 2 ή και σε 3 ημέρες, ακόμη και ζεσταίνοντάς το. Επί της ουσίας, μόνο όταν τελειώνει το ψωμί αγοράζει άλλο. Οι οικογενειακοί φούρνοι της γειτονιάς έχουν να αντιμετωπίσουν και τα αυξημένα κόστη της ενέργειας και της φορολογίας» τονίζει η ίδια.

Από το φύλλο της THESSNEWS #103 (28/04/2018-29/04/2018)

via